Monthly Archives: Μαΐου 2013

Πάρθεν: Λαϊκοί θρήνοι και θρύλοι για την άλωση της Πόλης

του Θεόδωρου Ε. Παντούλαpantoulas

Τα γεγονότα σχετικά με την δεύτερη άλωση της Κωνσταντινουπόλεως είναι λίγο πολύ γνωστά. Περισσότερο σημαντική όμως από τα ίδια τα γεγονότα είναι νομίζω η πρόσληψή τους και η μεθερμήνευσή τους από το ίδιο το λαϊκό σώμα. Οι θρήνοι, οι θρύλοι, και οι παραδόσεις αντιμετωπίσθηκαν μέχρι σήμερα σαν «σημαντικότατα λογοτεχνικά μνημεία» και έλαβαν θέση επίζηλο στις ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας και στις επετειακές ρητορείες. Πρόκειται για μια στενόκαρδη αντιμετώπιση που σφετερίζεται την λαϊκή παράδοση και παραθεωρώντας την, την παραχαράσσει κατά το δοκούν. Η φιλολογική και «ιστορική» αντιμετώπιση της λαϊκής παράδοσης δια της κειμενοποιήσεώς της στέρησε εν τέλει από την ίδια την παράδοση την αλήθεια της, που αλήθευε όσο κοινωνούνταν από το κοινωνικό σώμα και όχι όσο παρερμηνευόταν από ευφάνταστους μελετητές ή διαβαζόταν από φιλομαθείς αναγνώστες. Είναι ίσως αρκετά δύσκολο να γίνει αντιληπτή σήμερα η εξέχουσα θέση που ως ανυπέρβλητο οικουμενικό υπόδειγμα κατείχε η βασιλίδα των πόλεων κατά τους μέσους χρόνους. Η Κωνσταντινούπολη, η Νέα Ρώμη και η Νέα Ιερουσαλήμ συνάμα, αποτελούσε –παρά τις όποιες αντινομίες της– την ενσάρκωση της χριστιανικής πολιτείας που από καταβολής της είχε έναν καθαρά εσχατολογικό προορισμό τόσο για τους χριστιανούς όσο και για τους μουσουλμάνους, συνδέοντας το τέλος της με το τέλος του κόσμου και την Δευτέρα του Χριστού Παρουσία. Η άλωση της θεοφρούρητης Κωνσταντινουπόλεως από τους ετερόπιστους συγκλόνισε την Ρωμιοσύνη που δια των θρύλων και θρήνων της μεταποίησε την συμφορά σε ανυπέρβλητο πνευματικό μέγεθος. Το γεγονός της αλώσεως ήταν τόσο απίστευτο που η αποδοχή του γινόταν μόνο με την έκτακτη συνδρομή υπερφυσικών φαινομένων όπως με τα μισοτηγανισμένα ψάρια που παραμένουν ζωντανά μέχρι να ανακτηθεί η Πόλη. Ήτανε «θέλημα Θεού» η Πόλη να τουρκέψει κατά την λαϊκή απόφανση. Ο εκλεκτός του Θεού λαός τιμωρούνταν για τον εκπεσμό και τα ανομήματά του. Κυριαρχούν στις λαϊκές μας παραδόσεις η Αγια Σοφιά και ο τελευταίος βασιλιάς της Πόλης, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Σύμφωνα με τις παραδόσεις ο Κωνσταντίνος Δραγάτσης δεν πέθανε μαχόμενος ως απλός στρατιώτης στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού όπως μας διαβεβαιώνουν οι ιστορικοί αλλά άγγελος Κυρίου τον περιέθαλψε σε μυστική σπηλιά και μαρμαρωμένος περιμένει την ώρα που και πάλι άγγελος Κυρίου θα τον ξεμαρμαρώσει. Στη παμμέγιστη εκκλησία της Αγίας Σοφίας θα μείνει ημιτελής η θεία λειτουργία. Όταν οι πολιορκητές θα εισβάλουν στην Πόλη ο ιερέας μαζί με τα τίμια δώρα θα φυγαδευτεί σε κρύπτη μυστική του αγίου βήματος. Εκεί περιμένει καρτερικά την απελευθέρωση της Πόλης για να ολοκληρώσει το μυστήριο. Τα μισοτηγανισμένα ψάρια, ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, η ημιτελής θεία λειτουργία δείχνουν ότι το τραγικό γεγονός της αλώσεως εκλαμβάνεται ως προσωρινό. Θα έλθει το πλήρωμα του χρόνου που θα τελειώσει το τηγάνισμα των ψαριών, θα ζωντανέψει ο βασιλέας και θα ολοκληρωθεί η θεία λειτουργία όταν η Πόλη ανακτηθεί από τους υπόδουλους. Η αρχική δυσπιστία και απελπισία για το γεγονός της αλώσεως μετατρέπονται σε ελπίδα αποκαταστάσεως. Οι λαϊκοί θρήνοι και οι παραδόσεις οι σχετικές με την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως παρακάμπτουν ή και αγνοούν την ακρίβεια των γεγονότων, υπερβαίνουν τα περιστατικά για να εκφράσουν το πάθος και την συγκίνηση που προκαλεί το ίδιο το γεγονός. Η αναμφίλεκτη ιστορική τους αξία έγκειται στην νοηματοδότηση της αλώσεως και όχι στην ίδια την άλωση. Το πότε και πώς πλάσθηκαν ή μεταπλάσθηκαν είναι ερωτήματα που δυστυχώς δεν μπορούν να απαντηθούν. Η καταγραφή τους άρχισε στις αρχές του 19ου αιώνα αλλά η σύνθεσή τους είναι κατά πολύ προγενέστερη χωρίς όμως να μπορεί να προσδιορισθεί με ακρίβεια. Το ποσοστό επέμβασης των καταγραφέων είναι ένα άλλο ζήτημα που δεν μπορεί επίσης να βρει ικανοποιητική απάντηση αν και η θεμιτή πληθώρα παραλλαγών τους πιστοποιεί, νομίζω, την διάδοσή τους και όχι την λόγια επεξεργασία τους. Όσο για την ανιστόρητη άποψη ότι οι παραδόσεις οφείλονται σε όψιμες και λόγιες επιδράσεις οι λίγοι θιασώτες της αναγνωρίζουν –άθελά τους– την σχέση συνδιαλλαγής μεταξύ λόγιας και λαϊκής παραδόσεως αλλά αποσιωπούν ότι ή λόγια και ‘διαφωτισμένη’ παράδοση αναπαρήγαγε και διέδιδε όλες τις δυτικές προκαταλήψεις περί Βυζαντίου. Γεγονός είναι ότι η υπόδουλη Ρωμιοσύνη ακόμη και μετά την άλωση είχε πνευματικό και πολιτικό της κέντρο την Κωνσταντινούπολη. Κένταγε δικέφαλους αετούς στα προικιά της και στα Χριστόψωμα, σιγόψελνε προσευχές στις εκκλησιαστικές ακολουθίες της, νανούριζε τα βλαστάρια της τάζοντάς τους την Πόλη, πενθούσε τις Τρίτες και με κάθε ευκαιρία ευχόταν «και του χρόνου στην Πόλη». Πολύ πριν η νεοελλαδική λογιοσύνη «αποκαταστήσει» την σχέση της με το παρελθόν του Γένους το ίδιο το Γένος έδινε με την επανάσταση του 1821 απάντηση. Ο Γέρος του Μοριά ήταν κατηγορηματικός σε συζήτησή του με τον Χάμιλτον : «ο βασιλεύς μας (= ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος) εσκοτώθη, καμία συνθήκη δεν έκανε». Η Πόλη αλώθηκε, δεν παραδόθηκε. Γι’ αυτό κι «εμείς ποτέ δεν εκάμαμε συμβιβασμό με τους Τούρκους». Ο αγώνας νοηματοδοτούνταν και νομιμοποιούνταν από τον τελευταίο Παλαιολόγο. Το γιατί βεβαίως κάποιοι βολεύτηκαν στην Αθήνα και λησμόνησαν την Κωνσταντινούπολη είναι μιαν άλλη πικρή νεοελλαδική ιστορία. Από ένα σημείο κι έπειτα η λόγια παράδοση δεν θα οικειοποιηθεί αλλά θα καπηλευτεί την λαϊκή παράδοση για να ενισχύσει τους νέους της προσανατολισμούς. Η Μεγάλη Ιδέα της Ρωμιοσύνης μετασκευάζεται σε Μεγάλη Ιδέα του μικρού ελλαδικού βασιλείου. Κι αν η «βυζαντινή» περίοδος ήταν το δήλιον πρόβλημα των λογίων η «βυζαντινή» κληρονομιά ήταν η ζώσα λαϊκή παράδοση που για πέντε αιώνες δεν έπαψε να παρηγορείται και να παρηγορεί την Παναγία τραγουδώντας: Σώπασε, κυρά Δέσποινα, μην κλαίης, μη δακρύζεις πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά σου είναι. Το πρόβλημα των διαφωτισμένων –μέχρι γκαβωμάρας- λογίων δεν ήταν απλώς ότι απαξιούσαν τον μαρμαρωμένο βασιλιά, αλλά ότι δεν ήξεραν να τραγουδούν. Ήξεραν όμως να γράφουν. Έτσι το παυσίλυπον τραγούδι που μόλις μνημονεύθηκε έγινε κείμενο που διαβεβαίωνε ότι Πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλε δικά μας είναι. Ασφαλώς δεν επρόκειτο για σύμπνοια της λαϊκής παράδοσης με τους χειραγωγούς της. Και η διαφορά, σίγουρα, δεν εξαντλείται στην αλλαγή της κτητικής αντωνυμίας, αν και η κτητική αντωνυμία είναι, επί του προκειμένου, η μόνη προσφορά των λόγίων μας στην αυτοσυνειδησία του λαού μας.

Η πόλη ως πρόκληση

rifiuti - atene

του Δημήτρη Αγγελή

Η γένεση της δημοκρατίας συμβαδίζει ιστορικά με την εμφάνιση στο προσκήνιο του δημόσιου χώρου, ο οποίος δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται μόνο στη μεταφορική του σημασία, ως κοινότητα δηλαδή με υψηλό πνευματικό επίπεδο, αλλά πρωτίστως στην κυριολεκτική του: ο δημόσιος χώρος είναι η ίδια η πόλη που με την αρχιτεκτονική της διαρρύθμιση λειτουργεί ως ανοικτή πρόσκληση διαλόγου για τη συμμετοχή όλων στα κοινά. Εξάλλου, η μετάβαση στο δημοκρατικό πολίτευμα συντελέστηκε σταδιακά, από τον 8ο αιώνα και μετά, με την συμβολική «κάθοδο» της εξουσίας από το περίκλειστο ανάκτορο-φρούριο, όπου η βασιλική ισχύς περιβαλλόταν από μια ιερατική αχλύ, ες μέσον της πόλεως, στην αγορά, σ’ έναν τόπο όπου όλοι απείχαν εξίσου απ’ αυτόν, ώστε κανείς πλέον να μην μπορεί να ιδιοποιηθεί την εξουσία. Έτσι, τον 5ο π.Χ. αιώνα, ο χώρος της δημόσιας ανταλλαγής προϊόντων γίνεται και χώρος δημόσιας αντιπαράθεσης επιχειρημάτων για όλα τα ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος, γι’ αυτό και οι πολιτικοί αναφέρονται στα περισσότερα κείμενα ως «ρήτορες», επειδή ακριβώς διακρίνονταν για την τέχνη της πειθούς. Μάλιστα, η παρακμή της Θήβας αργότερα θα αποδοθεί ακριβώς στην παραμέληση της ρητορικής από τους πολίτες, λόγω των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων, δηλαδή στην αμέληση του κυριότερου καθήκοντός τους. Να επισημάνουμε, επίσης, ότι ένας νόμος του Σόλωνα, που ίσως στις μέρες μας φαίνεται υπερβολικός αλλά αποδίδει με ακρίβεια την αντίληψη της αρχαίας Αθήνας για τη συμμετοχή στα κοινά, στερούσε τα πολιτικά δικαιώματα από εκείνους που σε περιόδους στάσεων δεν έπαιρναν δημοσίως το μέρος της μιας εκ των δύο παρατάξεων, χαρακτηρίζοντάς τους ως «άτιμους», ως απαθείς δηλαδή και αδιάφορους πολίτες.

Η μετάβαση στη δημοκρατία, λοιπόν, σήμαινε μια νέα αρχιτεκτονική αντίληψη που επέβαλε έναν χώρο ανταλλαγής ιδεών στο κέντρο της πόλεως. Γι’ αυτό, άλλωστε, Συνέχεια

βιβλιοπαρουσίαση του Τάσου Μιχαηλίδη

michailidis1

Οι εκδόσεις του περιοδικού manifesto ΠΟΛΙΤΙΚΗ  ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

σας προσκαλούν στην παρουσίαση

της ποιητικής συλλογής του Τάσου Μιχαηλίδη
Σπαράγματα Προσώπων,

η οποία θα πραγματοποιηθεί την Δευτέρα 13/5, στις 20.00 μ.μ. στο βιβλιοπωλείο πορθμός  (Κακαρά 12, Χαλκίδα, τηλ. 22210 – 62626)

Για την συλλογή θα μιλήσει ο κ. Άγγελος Μαντάς.

Συμμετέχουν οι μουσικοί: Κώστας Κουρμπέτης, τραγούδι

& Ηλιάνα Ηλιοπούλου, πιάνο

Ελλάς – Ελλήνων – Υπαλλήλων

Η σχέση των πολιτών με το κράτος υπήρξε από την ίδρυσή του προβληματική. Καταργήθηκε δια νόμου η αυτοδιοίκηση των κοινοτήτων και στηρίχθηκε η νομιμοποίησή του από μια πελατειακή αντίληψη, η οποία αντιλαμβανόταν το κράτος ως λάφυρο που έπρεπε να μοιραστεί κατά το εκάστοτε κομματικό δοκούν.
Αποκαλυπτική είναι η μετεπαναστατική κοινοβουλευτική συζήτηση για την ιδιότητα του Έλληνος που, διόλου τυχαία, μπερδευόταν με αυτή του δημοσίου υπαλλήλου! Εάν η αρχή είναι το ήμισυ του παντός είχαμε ξεκινήσει λάθος. «Και Συνέχεια

Ειδωλολατρίας καμώματα

‘≈À≈‘« ¡÷« ¡√…œ’ ÷Ÿ‘œ” ”‘¡ …≈—œ”’À¡  ¡… –¡—¡ƒœ”« ”‘«Õ ≈ÀÀ«Õ… « ¡Õ‘…–—œ”Ÿ–≈…¡ (23/04/2011) (EUROKINISSI // ◊¡—«” ¡ —…¬…¡ƒ«”)

του Ιωσήφ Ροηλίδη*

Tι είδους ιδιότυπη ειδωλολατρία είναι αυτή που έχει επικρατήσει στο βασίλειο του… Ελλαδιστάν; Δεν μπορεί να γίνει Ανάσταση στους ελληνικούς ναούς αν δεν ταξιδέψει το άγιο φως «με αεροπλάνα και καράβια, ελικόπτερα και C130» απ’ άκρου σ’ άκρον της χώρας; Κάτι που με πολλή φαντασία καθιερώθηκε πριν από μερικά χρόνια –το επέβαλε ουσιαστικά κάποιος καλοθελητής «έχων και κατέχων». Δηλαδή στους αιώνες που προηγήθηκαν της σύγχρονης μεταφοράς του αγίου φωτός, οι πιστοί που έφευγαν από τις εκκλησιές μετά την Ανάσταση δεν έπαιρναν το γνήσιο άγιο φως, αλλά ένα πλαστό (fake επί το ελληνικότερον); Ή όλα τα άλλα εκατομμύρια των πιστών σε όλο τον κόσμο φεύγουν από τις εκκλησιές το βράδυ της Ανάστασης έχοντας μαζί τους φως χαμηλότερης αξίας; Και μόνον οι έλληνες παίρνουν, Συνέχεια

Τη πτωχεία τα πλούσια

pane-e-vino

του Θεόδωρου Ε. Παντούλα

Πολύ σκοτούρα έχει πέσει τον τελευταίο καιρό με αφορμή την γενική οικονομική δυσπραγία. Και είναι αλήθεια ότι αυτή την στενότητα την στην πραγματικότητα την χρεώνονται ήδη κι αποκλειστικώς όσοι δεν ευθύνονται γι’ αυτήν. Διότι δεν ευθύνομαι ούτε εγώ ούτε εσείς για την χρηματοπιστωτική κρίση αλλά όλοι εμείς εντέλει καλούμαστε ή μάλλον υποχρεούμαστε να την αποπληρώσουμε. Να πληρώσουμε δηλαδή εμείς επειδή κάποιοι αεριτζήδες, ερήμην μας, αγόραζαν και πουλούσαν αέρα. Εξόφθαλμος η αδικία αν και καλό είναι να θυμόμαστε ότι η δικαιοσύνη ούτε ήταν ούτε είναι χαρακτηριστικό του κόσμου ετούτου.

Ωστόσο έχω την εντύπωση ότι φλυαρούμε ακαταπαύστως για ένα σύμπτωμα, αφήνοντας στο απυρόβλητο την ίδια την αρρώστια που στο εν τω μεταξύ Συνέχεια

Tο Σώμα Φως

resurrezione

 

του Κωνσταντίνου Μπλάθρα

 

Tην Aνάσταση δεν την είδε κανείς, είναι το μόνο γεγονός από τη δράση του Iησού που δεν είχε αυτόπτες και αυτήκοους. Kι όμως ο νεκρός δεν ήταν στον τάφο. Tον δε αναστημένο Xριστό τον είδαν όλοι οι Aπόστολοι, τον βλέπουν όλοι οι χριστιανοί. H Aνάσταση είναι το πιο πανθομολογούμενο γεγονός της ιστορίας: «οι προφήται ως εrδον, οι Aπόστολοι ως εδίδαξαν […] η Oικουμένη ως συμπεφώνηκεν…» (Συνοδικόν της Oρθοδοξίας). Tέτοια είναι η εκκωφαντική λάμψη ενός γεγονότος που έγινε νύχτα, χωρίς μάρτυρες και που μεταδόθηκε αμέσως σ’ όλο τον κόσμο σαν την αστραπή.

 

Δεν υπάρχει τρόπος να περιγράψει κανείς την Aνάσταση, γι’ αυτό και η Eκκλησία τοποθετεί τη μέρα αυτή ένα ευαγγελικό ανάγνωσμα για τον ίδιο τον Xριστό, τον Λόγο του Θεού, ο οποίος σαρκώθηκε για να μας δώσει την χάρη. Γιατί αν δεν γνωρίσει κανείς τον Xριστό δεν μπορεί να δει και την Aνάσταση.

 

Oι τρεις μαθητές, Συνέχεια

Είναι η Ανάσταση καρνάβαλος;

afissa3

του Θεόδωρου Ε. Παντούλα

Προσπαθώ, μάλλον, να εκβιάσω την προσοχή σας με ένα ερώτημα ρητορικό –ή μήπως όχι και τόσο ρητορικό;

Με τηλεοπτική κατάνυξη καθ’ όλη την Σαρακοστή οι πανέλληνες (πάνελ+Έλληνες) παρακολούθησαν, έμπλεοι κατανύξεως, την αυξομειούμενη τιμή των εγχώριων αμνοεριφίων. Διότι, αν δεν πάρεις αρνί απ’ τον καθημαγμένο τόπο σου, τότε από πού θα πάρεις;

Και φθάνει η μεγάλη εβδομάδα, κατά την οποία και κορυφώνονται τα πάθη του κάθε μικρομεσαίου τηλεθεατή. Η made in Grece παράδοση όμως και πάλι νικά. Ο Έλλην –live your myth- σφίγγει το ζωνάρι και κάνει εκδρομές στα ανά την επικράτεια θέρετρα. Μύκονος, Ύδρα, Αράχωβα. Κι αλλαχού οικονομικότερα ψάλλοντας «ω γλυκύ μου έαρ» και σιχτιρίζοντας το εθνικό δίκτυο.

Όλη την μεγάλη Εβδομάδα Συνέχεια

Η υποκρισία της «Ανάστασης»

του Θεόδωρου Ε. Παντούλα

«Όσο υπάρχουν άνθρωποι που αδικούνται και βασανίζονται ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Έτσι έγραφε μια αφίσα που με σπουδή κνίτη ξεκολλούσαν οι θρησκευόμενοι της γειτονιάς μου, οι οποίοι, προφανώς, πιστεύουν ότι η ανάσταση του Κυρίου έγινε για να ανταλλάσουμε ψοφοδεείς ευχές και να βαρυστομαχιάζουμε κάθε άνοιξη.

Ας είμαστε έντιμοι ετούτες τις ημέρες. Μια αργία κοντά στις άλλες είναι και το παραθεωρημένο Πάσχα μας, αφού οι περισσότεροι είμαστε αμέτοχοι στο αναστάσιμο, στο χαροποιόν πένθος του. Επετειακά λιβανισμένοι κι ανυποψίαστα δυστυχισμένοι,  ξοδεύουμε αστόχαστα τις ανάλατες ημέρες μας με έγνοιες του συρμού και του διασυρμού, παντελώς άσχετες με τον εθελούσιο θάνατο του Θεού.

Σε αντίθεση όμως μ’ εμάς που πανηγυρίζουμε με κροτίδες τους μικρούς καθημερινούς θανάτους μας, θυμάμαι την ολιγογράμματη γιαγιά μου, άνθρωπο απονήρευτο, που νήστευε όλη την Σαρακοστή. Νηστεία αληθινή. Όχι faux. Ελιά και παξιμάδι. Έπιανε το στασίδι της στην εκκλησιά, στόλιζε τον επιτάφιο με λουλούδια από τον μικρό της κήπο κι έκλαιγε τον Εσταυρωμένο, τον «πρωτότοκο των νεκρών», με μια ειλικρινή, ολόκαρδη και διόλου γλυκανάλατη θλίψη. Μια θλίψη που την επλάτυνε τόσο όσο η ανυπόκριτος συντριβή της να χωράει όλη την απελπισία του κόσμου. Με όλες τις σκοτούρες που είχε η χαροκαμένη ζωή της, βλαστήμια δεν την άκουσα ποτέ να ξεστομίζει. «Έχει ο Θεός», έλεγε. Κι είχε –τουλάχιστον για όποιον, σαν εκείνη, καταδεχόταν τα πλούτη της εντίμου πενίας του.

Πολύ φοβούμαι πως Συνέχεια

Μεγάλο Σάββατο

cristo-sulla-croce

του Κωνσταντίνου Μπλάθρα

Tο άγιο και μεγάλο Σάββατο, γιορτάζουμε τη θεόσωμη ταφή και την κάθοδο στον Άδη του Kυρίου και Σωτήρα μας Iησού Xριστού, μέσα από τις οποίες το γένος μας ανακλήθηκε και μετατέθηκε στην αιώνια ζωή. Mάτην φυλάττεις τον τάφον, κουστωδία. Oυ γαρ καθέξει τύμβος αυτοζωίαν. Mε την πέρα από λόγια συγκατάβασή σου, Xριστέ ο Θεός μας, ελέησέ μας. Aμήν. O ύπνος του θανάτου O θάνατος είναι το αξεπέραστο όριο. Eίναι η διάψευση όλων των ανθρώπινων πραγμάτων. Στην εκρηκτικής ωραιότητας ακολουθία της κηδείας, που είναι αριστουργηματική όταν ψέλνεται βυζαντινά, θρηνωδείται η καταστροφή όλων των ανθρωπίνων. H ομορφιά σβήνει, η νεότητα παρέρχεται, τα πλούτη διασκορπίζονται, η εξουσία συντρίβεται, η δόξα μαραίνεται. Aκόμα και η δικαιοσύνη χάνει το πρόσωπό της: Συνέχεια